- Μυχός
- Πεδινός οικισμός (υψόμ. 70 μ., 133 κάτ.) της Λέσβου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ευεργέτουλα του νομού Λέσβου.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
μυχός — innermost part masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μυχός — ο το βαθύτερο σημείο ενός πράγματος, ιδιαίτερα κόλπου ή λιμανιού: Ο μυχός του κόλπου … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Περσικός κόλπος (ή Αραβικός κόλπος) — Μυχός της Αραβικής θάλασσας (Ινδικός ωκεανός), που ορίζεται από την περσική ακτή και από μια ευρεία δρεπανοειδή διαμόρφωση της αραβικής ακτής. Συγκοινωνεί στα Α μέσω του πορθμού Ορμούζ, με τον κόλπο του Ομάν και κατά συνέπεια με τον ανοιχτό… … Dictionary of Greek
μυχοῖς — μυχός innermost part masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μυχοῖσι — μυχός innermost part masc dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μυχοῖσιν — μυχός innermost part masc dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μυχούς — μυχός innermost part masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μυχῶ — μυχός innermost part masc gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μυχῷ — μυχός innermost part masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μυχόν — μυχός innermost part masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)